γνάθε
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ˈɣna.θe/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : γνά‐θε
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
[επεξεργασία]γνάθε θηλυκό
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
[επεξεργασία]γνάθε θηλυκό