γουφάρι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το γουφάρι τα γουφάρια
      γενική του γουφαριού των γουφαριών
    αιτιατική το γουφάρι τα γουφάρια
     κλητική γουφάρι γουφάρια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

γουφάρι < → δείτε τη λέξη γοφάρι με [o] > [u] και [mf] > [f] • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ɣuˈfa.ɾi/
τυπογραφικός συλλαβισμός: γου‐φά‐ρι

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

γουφάρι ουδέτερο

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]