γούφερ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- γούφερ (νεολογισμός) < (μεταγραφή) αγγλική woofer
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
γούφερ ουδέτερο άκλιτο
- (τεχνολογία) μεγάφωνο που αναπαράγει ήχους χαμηλών συχνοτήτων
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Κατηγορίες:
- Νεολογισμοί (νέα ελληνικά)
- Μεταγραμμένοι όροι από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Τεχνολογία (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)