γραμματισμός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
γραμματισμός αρσενικό ή εγγραμματισμός, ή σπανιότερα αλφαβητισμός και εγγραμματοσύνη
- (νεολογισμός) η εξοικείωση του ατόμου με συνθετότερα συστήματα επικοινωνίας και κώδικες, τα οποία και μπορεί να διαχειριστεί. Παραδείγματα: «πληροφοριακός γραμματισμός» για νέες τεχνολογίες πληροφόρησης και επικοινωνίας, τεχνολογικός γραμματισμός, ψηφιακός γραμματισμός, «μιντιακός» γραμματισμός (media literacy).
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
γραμματισμός
|