γραμματοσημοσυλλέκτης
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- γραμματοσημοσυλλέκτης < γραμματόσημο + -ο- + συλλέκτης
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
γραμματοσημοσυλλέκτης αρσενικό
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
- → δείτε και τη λέξη φιλοτελιστής