γραμμοϊσοδύναμος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο γραμμοϊσοδύναμος η γραμμοϊσοδύναμη το γραμμοϊσοδύναμο
      γενική του γραμμοϊσοδύναμου της γραμμοϊσοδύναμης του γραμμοϊσοδύναμου
    αιτιατική τον γραμμοϊσοδύναμο τη γραμμοϊσοδύναμη το γραμμοϊσοδύναμο
     κλητική γραμμοϊσοδύναμε γραμμοϊσοδύναμη γραμμοϊσοδύναμο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι γραμμοϊσοδύναμοι οι γραμμοϊσοδύναμες τα γραμμοϊσοδύναμα
      γενική των γραμμοϊσοδύναμων των γραμμοϊσοδύναμων των γραμμοϊσοδύναμων
    αιτιατική τους γραμμοϊσοδύναμους τις γραμμοϊσοδύναμες τα γραμμοϊσοδύναμα
     κλητική γραμμοϊσοδύναμοι γραμμοϊσοδύναμες γραμμοϊσοδύναμα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

γραμμοϊσοδύναμος < γραμμή + -ο- + ισοδύναμος ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική row-equivalent)

Επίθετο[επεξεργασία]

γραμμοϊσοδύναμος, -η, -ο

  • (μαθηματικά) που αφορά τη σχέση δύο πινάκων, που οι γραμμικές εξισώσεις σε κάθε σειρά του ενός πίνακα έχουν αντιστοιχία λύσεων στην ίδια σειρά του άλλου πίνακα
    Έστω οι πίνακες A, B ∈M n. Θα λέμε ότι ο πίνακας Α είναι γραμμοϊσοδύναμος με τον Β, εάν ο Β προκύπτει από τον Α μέσα από μια πεπερασμένη ακολουθία στοιχειωδών μετασχηματισμών γραμμών (ή στηλών). (Τμήμα Οικονομικών Επιστημών - Πανεπιστήμιο Πατρών)

Μεταφράσεις[επεξεργασία]