γραφειοκρατικά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
γραφειοκρατικά < γραφειοκρατικός
Επίρρημα[επεξεργασία]
γραφειοκρατικά
- με γραφειοκρατικό τρόπο
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
γραφειοκρατικά
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
γραφειοκρατικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του γραφειοκρατικό