Μετάβαση στο περιεχόμενο

δαδί

Από Βικιλεξικό
Δείτε επίσης: Δαδί
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το δαδί τα δαδιά
      γενική του δαδιού των δαδιών
    αιτιατική το δαδί τα δαδιά
     κλητική δαδί δαδιά
Οι καταλήξεις -ιού, -ιά, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδί» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
δαδί < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική δαδίν < αρχαία ελληνική δᾳδίον, υποκοριστικό της λέξης δᾴς[1]

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ðaˈði/
τυπογραφικός συλλαβισμός: δαδί

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

δαδί ουδέτερο

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Αναφορές

[επεξεργασία]