δεικτοδοτώ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

δεικτοδοτώ < δείκτ(ης) + -ο- + -δοτώ

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ði.kto.ðoˈto/
τυπογραφικός συλλαβισμός: δει‐κτο‐δο‐τώ

Ρήμα[επεξεργασία]

δεικτοδοτώ

Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]

  • Δελτίο Επιστημονικής Ορολογίας και Νεολογισμών. Ακαδημία Αθηνών. Τεύχος 11, έτος 2012, ISSN: 1106‑8027. Διαθέσιμο pdf στο repository.academyofathens.gr