δεν παίρνω χαμπάρι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Έκφραση[επεξεργασία]
δεν παίρνω χαμπάρι
- δεν αντιλαμβάνομαι ένα περιστατικό
- αρνούμαι να ακολουθήσω τις οδηγίες που μου δίνουν
- δεν καταλαβαίνω αυτά που μου λένε