δεσποτάδες
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]
δεσποτάδες ουδέτερο
- (λαϊκότροπο): ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του δεσπότης
δεσποτάδες ουδέτερο