δευτερώνω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

δευτερώνω < μεσαιωνική ελληνική δευτερώνω < (ελληνιστική κοινήδευτερόω / δευτερῶ < αρχαία ελληνική δεύτερος < δύο

Ρήμα[επεξεργασία]

δευτερώνω

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]