διάπλατα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

διάπλατα < διάπλατ(ος) +

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈði̯a.pla.ta/ & /ˈðʝa.pla.ta/
τυπογραφικός συλλαβισμός: δι‐ά‐πλα‐τα

Επίρρημα[επεξεργασία]

διάπλατα

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]

διάπλατα