διαβιβάσιμος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
διαβιβάσιμος
- που είναι δυνατόν να διαβιβαστεί
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
διαβιβάσιμος