διαδίνω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

διαδίνω < διαδίδω κατά το δίνω

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ðʝaˈði.no/ & /ði̯aˈði.no/

Ρήμα[επεξεργασία]

διαδίνω, αόρ.: διάδωσα, παθ.φωνή: διαδίνομαι, π.αόρ.: διαδόθηκα, μτχ.π.π.: διαδομένος

Συγγενικά[επεξεργασία]

Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]