διαζευχτικά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
διαζευχτικά < διαζευχτικός
Επίρρημα[επεξεργασία]
διαζευχτικά
- → δείτε τη λέξη διαζευκτικά
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
διαζευχτικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του διαζευχτικό