διακομιδή

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η διακομιδή οι διακομιδές
      γενική της διακομιδής των διακομιδών
    αιτιατική τη διακομιδή τις διακομιδές
     κλητική διακομιδή διακομιδές
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

διακομιδή < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική διακομιδή < διακομίζω < δια- + κομίζω με θέμα κομιδ-

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ði̯a.ko.miˈði/ & /ðʝa.ko.miˈði/
τυπογραφικός συλλαβισμός: δι‐α‐κο‐μι‐δή

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

διακομιδή θηλυκό

  1. η μεταφορά
  2. η διαδικασία ή το αποτέλεσμα του διακομίζω

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

→ και δείτε τη λέξη κομίζω

Μεταφράσεις[επεξεργασία]



Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική διακομιδή αἱ διακομιδαί
      γενική τῆς διακομιδῆς τῶν διακομιδῶν
      δοτική τῇ διακομιδ ταῖς διακομιδαῖς
    αιτιατική τὴν διακομιδήν τὰς διακομιδᾱ́ς
     κλητική ! διακομιδή διακομιδαί
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  διακομιδᾱ́
γεν-δοτ τοῖν  διακομιδαῖν
1η κλίση, Κατηγορία 'ψυχή' όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

ζητούμενο λήμμα

Πηγές[επεξεργασία]