διακριτού

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ði̯a.kɾiˈtu/ & /ðʝa.kɾiˈtu/

Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]

διακριτούαρσενικό ή ουδέτερο