διακόνισσα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
διακόνισσα θηλυκό
- → δείτε τη λέξη διάκονος
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
διακόνισσα
|
διακόνισσα θηλυκό
|