διαλιστής

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο διαλιστής οι διαλιστές
      γενική του διαλιστή των διαλιστών
    αιτιατική τον διαλιστή τους διαλιστές
     κλητική διαλιστή διαλιστές
Κατηγορία όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

διαλιστής < από το ξεδιαλύνω ;(Χρειάζεται τεκμηρίωση…) • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

διαλιστής αρσενικό

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. Θεώνη Εμμ. Δαμίγου, «Θηραϊκόν λαϊκόν λεξιλόγιον», στον τόμο: Σαντορίνη, έκδ. του Μιχαήλ Δανέζη (Αθήνα, 1940), σ. 209.