διαστηματικός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

διαστηματικός < λείπει η ετυμολογία


Επίθετο[επεξεργασία]

διαστηματικός, -ή, -όν

  1. που προχωρά ανά ίσα διαστήματα
  2. που εκφράζει μια απόσταση
  3. σχετικός με μια διάσταση


Συγγενικά[επεξεργασία]