διγνωμιά

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η διγνωμιά οι διγνωμιές
      γενική της διγνωμιάς των διγνωμιών
    αιτιατική τη διγνωμιά τις διγνωμιές
     κλητική διγνωμιά διγνωμιές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

διγνωμιά < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική διγνωμιά < διγνωμία (πονηριά) → και δείτε τη λέξη διγνωμία

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ði.ɣnoˈmɲa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: δι‐γνω‐μιά

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

διγνωμιά θηλυκό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]



Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

διγνωμιά θηλυκό