διεκδικήτρια
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- διεκδικήτρια < διεκδικητής + -τρια
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
διεκδικήτρια θηλυκό
- → δείτε τη λέξη διεκδικητής
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
διεκδικήτρια