διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου < → δείτε τις λέξεις διεύθυνση και ηλεκτρονικό ταχυδρομείο < (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική e-mail address
Πολυλεκτικός όρος
[επεξεργασία]- (διαδίκτυο) e-mail address: μοναδικό παγκοσμίως αναγνωριστικό (identifier) της μορφής «τοπικό-όνομα@όνομα-τομέα» που καθορίζει ηλεκτρονική τοποθεσία στην οποία μπορούν να σταλούν μηνύματα μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου