διμερώς

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

διμερώς < διμερής

Επίρρημα[επεξεργασία]

διμερώς

  • και από τα δύο μέρη

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]