διοισοφάγειος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο διοισοφάγειος η διοισοφάγεια το διοισοφάγειο
      γενική του διοισοφάγειου της διοισοφάγειας του διοισοφάγειου
    αιτιατική τον διοισοφάγειο τη διοισοφάγεια το διοισοφάγειο
     κλητική διοισοφάγειε διοισοφάγεια διοισοφάγειο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι διοισοφάγειοι οι διοισοφάγειες τα διοισοφάγεια
      γενική των διοισοφάγειων των διοισοφάγειων των διοισοφάγειων
    αιτιατική τους διοισοφάγειους τις διοισοφάγειες τα διοισοφάγεια
     κλητική διοισοφάγειοι διοισοφάγειες διοισοφάγεια
ομάδα 'ωραίος', Κατηγορία όπως «θαυμάσιος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

διοισοφάγειος < δι- + οισοφάγειος < οισοφάγος

Επίθετο[επεξεργασία]

διοισοφάγειος

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]