διωνυμία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- διωνυμία < (ελληνιστική κοινή) διωνυμία < δι- + ὄνομα
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
διωνυμία θηλυκό
Συγγενικά[επεξεργασία]
- διωνυμικός
- → δείτε τις λέξεις δύο και όνομα