δοκιμιογραφία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- δοκιμιογραφία < δοκιμιογράφος + -ία
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
δοκιμιογραφία θηλυκό
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
δοκιμιογραφία
|