δορυφοροποιώ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
δορυφοροποιώ (νεολογισμός) < δορυφορο(ποίηση) + -ποιώ

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ðo.ɾi.fo.ɾo.piˈo/
τυπογραφικός συλλαβισμός: δο‐ρυ‐φο‐ρο‐ποι‐ώ

δορυφοροποιώ, αόρ.: δορυφοροποίησα, παθ.φωνή: δορυφοροποιούμαι, π.αόρ.: δορυφοροποιήθηκα, μτχ.π.π.: δορυφοροποιημένος

παθητική φωνή: → λείπει η κλίση

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]