δουλεύει ρολόι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

δουλεύει ρολόι : → δείτε τις λέξεις δουλεύει και ρολόι

Έκφραση[επεξεργασία]

δουλεύει ρολόι

  • λέγεται γενικά για κανονική λειτουργία μηχανής ή συσκευής
  • λειτουργία εγκατάστασης σε κανονικό ρυθμό

Συνώνυμα[επεξεργασία]

  • πάει ρολόι

Μεταφράσεις[επεξεργασία]