δρέπανον
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|---|
δρεπᾰνο- | |||||
ονομαστική | τὸ | δρέπανον | τὰ | δρέπανᾰ | |
γενική | τοῦ | δρεπάνου | τῶν | δρεπάνων | |
δοτική | τῷ | δρεπάνῳ | τοῖς | δρεπάνοις | |
αιτιατική | τὸ | δρέπανον | τὰ | δρέπανᾰ | |
κλητική ὦ! | δρέπανον | δρέπανᾰ | |||
δυϊκός | |||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | δρεπάνω | |||
γεν-δοτ | τοῖν | δρεπάνοιν | |||
2η κλίση, Κατηγορία 'πρόσωπον' όπως «πρόσωπον» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]δρέπανον, -ου ουδέτερο
Συγγενικά
[επεξεργασία]→ και δείτε τη λέξη δρέπω
Πηγές
[επεξεργασία]- δρέπανον - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- δρέπανον - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά με κλίση όπως το 'πρόσωπον' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'πρόσωπον' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 2ης κλίσης (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 2ης κλίσης ουδέτερα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά προπαροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα προπαροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις προπαροξύτονες (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -ανον (αρχαία ελληνικά)
- Αρχαία ελληνικά
- Ουσιαστικά (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Εργαλεία (αρχαία ελληνικά)
- Οπλισμός (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)