δυαδικός τελεστής
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- δυαδικός τελεστής < → δείτε τις λέξεις δυναμικός και τελεστής < (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική binary operator
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
δυαδικός τελεστής
- (άλγεβρα, πληροφορική) ο τελεστής που δέχεται δύο ορίσματα ή τελεστέους και παράγει ένα αποτέλεσμα, με πιο γνωστούς τις τέσσερις αριθμητικούς τελεστές: +, −, × και ÷
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Υπώνυμα[επεξεργασία]
- αριθμητικός τελεστής (πρόσθεση, αφαίρεση, πολλαπλασιασμός, διαίρεση)
- (θεωρία συνόλων, σχεσιακή άλγεβρα) ένωση, τομή, διαφορά, καρτεσιανό γινόμενο
[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
δυαδικός τελεστής