δυναμικόν
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
Ετυμολογία 1[επεξεργασία]
ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση) δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός | ||||||||
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|
ονομαστική | τὸ | δυναμικόν | τὰ | δυναμικᾰ́ | ||||
γενική | τοῦ | δυναμικοῦ | τῶν | δυναμικῶν | ||||
δοτική | τῷ | δυναμικῷ | τοῖς | δυναμικοῖς | ||||
αιτιατική | τὸ | δυναμικόν | τὰ | δυναμικᾰ́ | ||||
κλητική ὦ! | δυναμικόν | δυναμικᾰ́ | ||||||
δυϊκός | ||||||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | δυναμικώ | ||||||
γεν-δοτ | τοῖν | δυναμικοῖν | ||||||
2η κλίση, Κατηγορία 'φυτόν' όπως «φυτόν» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
- δυναμικόν < αρχαία ελληνική δυναμικόν, ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου δυναμικός
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
δυναμικόν, -oῦ ουδέτερο
- (ελληνιστική κοινή) το πιθανό, που είναι δυνατό να συμβεί
Ετυμολογία 2[επεξεργασία]
- δυναμικόν: κλιτικός τύπος
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
δυναμικόν
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά με αρχαίες κλίσεις (ελληνιστική κοινή)
- Ουσιαστικά με κλίση όπως το 'φυτόν' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'φυτόν' (ελληνιστική κοινή)
- Ουσιαστικά 2ης κλίσης (ελληνιστική κοινή)
- Ουσιαστικά 2ης κλίσης ουδέτερα (ελληνιστική κοινή)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (ελληνιστική κοινή)
- Ουσιαστικά οξύτονα (ελληνιστική κοινή)
- Ουσιαστικά ουδέτερα οξύτονα (ελληνιστική κοινή)
- Λέξεις οξύτονες (ελληνιστική κοινή)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (ελληνιστική κοινή)
- Παραγωγή λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (ελληνιστική κοινή)
- Ελληνιστική κοινή
- Ουσιαστικά (ελληνιστική κοινή)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Κλιτικοί τύποι επιθέτων (ελληνιστική κοινή)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)