δυσκοιλιότητα
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- δυσκοιλιότητα < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]δυσκοιλιότητα θηλυκό
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] δυσκοιλιότητα