δυσορθογραφία

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η δυσορθογραφία οι δυσορθογραφίες
      γενική της δυσορθογραφίας των δυσορθογραφιών
    αιτιατική τη δυσορθογραφία τις δυσορθογραφίες
     κλητική δυσορθογραφία δυσορθογραφίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

δυσορθογραφία < δυσ- + ορθογραφία

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ði.soɾ.θo.ɣɾaˈfi.a/
τυπογραφικός συλλαβισμός: δυ‐σορ‐θο‐γρα‐φί‐α

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

δυσορθογραφία θηλυκό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]

  • Δελτίο Επιστημονικής Ορολογίας και Νεολογισμών. Ακαδημία Αθηνών. Τεύχος 11, έτος 2012, ISSN: 1106‑8027. Διαθέσιμο pdf στο repository.academyofathens.gr