Μετάβαση στο περιεχόμενο

δυτικόστροφος

Από Βικιλεξικό
 πτώσεις       ενικός      
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο δυτικόστροφος η δυτικόστροφη το δυτικόστροφο
      γενική του δυτικόστροφου της δυτικόστροφης του δυτικόστροφου
    αιτιατική τον δυτικόστροφο τη δυτικόστροφη το δυτικόστροφο
     κλητική δυτικόστροφε δυτικόστροφη δυτικόστροφο
 πτώσεις   πληθυντικός  
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι δυτικόστροφοι οι δυτικόστροφες τα δυτικόστροφα
      γενική των δυτικόστροφων των δυτικόστροφων των δυτικόστροφων
    αιτιατική τους δυτικόστροφους τις δυτικόστροφες τα δυτικόστροφα
     κλητική δυτικόστροφοι δυτικόστροφες δυτικόστροφα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
δυτικόστροφος < δυτικ(ός) + -ό- + -στροφος

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ði.tiˈko.stɾo.fos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: δυτικόστροφος

Επίθετο

[επεξεργασία]

δυτικόστροφος, -η, -ο

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]