δωράκινον
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | τὸ | δωράκινον | τὰ | δωράκινᾰ |
γενική | τοῦ | δωρακίνου | τῶν | δωρακίνων |
δοτική | τῷ | δωρακίνῳ | τοῖς | δωρακίνοις |
αιτιατική | τὸ | δωράκινον | τὰ | δωράκινᾰ |
κλητική ὦ! | δωράκινον | δωράκινᾰ | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | δωρακίνω | ||
γεν-δοτ | τοῖν | δωρακίνοιν | ||
2η κλίση, Κατηγορία 'πρόσωπον' όπως «πρόσωπον» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /dɔːrá.ki.non/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
δωράκινον ουδέτερο
- είδος ροδάκινου
- Τῷ αὐτῷ μηνὶ ἐγκεντρίσεις ὅσα πρῶτα ἀνθεῖ, οἶον Δωράκινα, Δαμασκηνά, Βερικόκκια, Ἀμυγδαλέας, Κερασέας (Γεωπονικά, 3.1.4, 10.13.1)
Υποσημειώσεις[επεξεργασία]
- ↑ Νίκος Σαραντάκος, Το φρούτο από την Περσία
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά με κλίση όπως το 'πρόσωπον' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'πρόσωπον' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 2ης κλίσης (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 2ης κλίσης ουδέτερα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά προπαροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα προπαροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις προπαροξύτονες (αρχαία ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα λατινικά (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (αρχαία ελληνικά)
- Αρχαία ελληνικά
- Ουσιαστικά (αρχαία ελληνικά)