δωράκινον

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)[επεξεργασία]

λόγια μεσαιωνική ελληνική με αρχαία κλίση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική τὸ δωράκινον τὰ δωράκινα
      γενική τοῦ δωρακίνου τῶν δωρακίνων
      δοτική τῷ δωρακίν τοῖς δωρακίνοις
    αιτιατική τὸ δωράκινον τὰ δωράκινα
     κλητική ! δωράκινον δωράκινα
2η κλίση, Κατηγορία 'πρόσωπον' όπως «πρόσωπον» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

δωράκινον/δοράκινον[1] < λατινική duracinum. Εννοείται μῆλον

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ðoˈra.ci.non/ (ελληνιστική και μεσαιωνική προφορά)

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

δωράκινον ουδέτερο

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. Νίκος Σαραντάκος, Το φρούτο από την Περσία

Πηγές[επεξεργασία]



Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση)
δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική τὸ δωράκινον τὰ δωράκιν
      γενική τοῦ δωρακίνου τῶν δωρακίνων
      δοτική τῷ δωρακίν τοῖς δωρακίνοις
    αιτιατική τὸ δωράκινον τὰ δωράκιν
     κλητική ! δωράκινον δωράκιν
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  δωρακίνω
γεν-δοτ τοῖν  δωρακίνοιν
2η κλίση, Κατηγορία 'πρόσωπον' όπως «πρόσωπον» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

δωράκινον/δοράκινον → δείτε το μεσαιωνικό δωράκινον

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

δωράκινον ουδέτερο (ελληνιστική κοινή)

  • (φρούτο) → δείτε το μεσαιωνικό δωράκινον
    ※  4ος↓ αιώνας Γρηγόριος Νύσσης, Epistulae, 20,11, @catholiclibrary.org
    ὥσπερ γὰρ οἱ τοὺς τραγελάφους καὶ ἱπποκενταύρους καὶ τὰ τοιαῦτα μιγνύντες ἐκ διαφόρων καὶ τὴν φύσιν παρασοφιζόμενοι γράφουσιν, οὕτω καὶ ἐπὶ τῆς ὀπώρας ταύτης τὸ μὲν πρὸς ἀμυγδαλῆν, τὸ δὲ πρὸς κάρυον, ἕτερον δὲ πρὸς τὸ δωράκινον κατά τε τὸ ὄνομα καὶ τὴν γεῦσιν μεμιγμένον τυραννηθεῖσα παρὰ τῆς τέχνης ἡ φύσις ἐποίησε·

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]