εβδομήντα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ελληνικά (el) [επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- εβδομήντα < αρχαία ελληνική ἑβδομήκοντα
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ɛv.ðɔ.ˈmiⁿ.da/
Αριθμητικό[επεξεργασία]
εβδομήντα
- (απόλυτο) ο αριθμός που ακολουθεί το εξήντα εννέα και προηγείται του εβδομήντα ένα
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
εβδομήντα ουδέτερο άκλιτο
- ο αριθμός 70
- το εβδομήντα είναι ακέραιο πολλαπλάσιο του επτά και του δέκα
Συνώνυμα[επεξεργασία]
[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
εβδομήντα
|