εγκυκλοπαιδιστής

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο εγκυκλοπαιδιστής οι εγκυκλοπαιδιστές
      γενική του εγκυκλοπαιδιστή των εγκυκλοπαιδιστών
    αιτιατική τον εγκυκλοπαιδιστή τους εγκυκλοπαιδιστές
     κλητική εγκυκλοπαιδιστή εγκυκλοπαιδιστές
Κατηγορία όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

εγκυκλοπαιδιστής < λόγιο ενδογενές δάνειο: γαλλική encyclopédiste < encyclopédie < λατινική encyclopaedia < αρχαία ελληνική ἐγκύκλιος (< κύκλος) + παιδεία (< παῖς)

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

εγκυκλοπαιδιστής αρσενικό

Συγγενικά[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]