εγχειρηματοποίηση

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η εγχειρηματοποίηση οι εγχειρηματοποιήσεις
      γενική της εγχειρηματοποίησης* των εγχειρηματοποιήσεων
    αιτιατική την εγχειρηματοποίηση τις εγχειρηματοποιήσεις
     κλητική εγχειρηματοποίηση εγχειρηματοποιήσεις
* παλιότερος λόγιος τύπος, εγχειρηματοποιήσεως
Κατηγορία όπως «δύναμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

εγχειρηματοποίηση < εγχείρημα + -ποίηση

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

εγχειρηματοποίηση θηλυκό

  1. (λόγιο) η μετατροπή σε όρους χρήσιμους σε εγχείρημα, με λειτουργική χρήση, μετρήσιμους
    Η διαδικασία της μέτρησης στην ποσοτική έρευνα είναι μια απλή ακολουθία σταδίων όπως: 1. Η εννοιολόγηση (conceptualization) 2. Η εγχειρηματοποίηση / λειτουργικότητα (operationalization) 3. Η εφαρμογή του λειτουργικού ορισμού ή μέτρησης των στοιχείων, Μέθοδοι Γεωργοοικονομικής & Κοινωνιολογικής Έρευνας, Γεωργικό Πανεπιστήμιο Αθηνών
    Στο συγκεκριμένο κεφάλαιο θα περιγραφούν αναλυτικά τα μέσα μέτρησης της ηγεσίας δηλαδή τα εργαλεία (κλίμακες, ερωτηματολόγια) που χρησιμοποιούνται για την εγχειρηματοποίηση του όρου της ηγεσίας, καθώς και των συγκεκριμένων μορφών της. Κεφάλαιο 3, Μέσα μετρησης της ηγεσίας, Ο ρόλος της προσωπικότητας στην άσκηση ηγεσίας (Διπλωματική Εργασία, Πανεπιστήμιο Πειραιώς, 2009)

Μεταφράσεις[επεξεργασία]