εθνολογικώς
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- εθνολογικώς < (διαχρονικό δάνειο) καθαρεύουσα ἐθνολογικῶς
Επίρρημα[επεξεργασία]
εθνολογικώς
Πηγές[επεξεργασία]
- εθνολογικώς - Αναστασιάδη-Συμεωνίδη, Άννα (2003) Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες)