εθνομάρτυρας

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο/η εθνομάρτυρας οι εθνομάρτυρες
      γενική του
του/της
εθνομάρτυρα
εθνομάρτυρος
των εθνομαρτύρων
    αιτιατική τον/την εθνομάρτυρα τους/τις εθνομάρτυρες
     κλητική εθνομάρτυρα εθνομάρτυρες
Ο πρώτος τύπος της γενικής ενικού, μόνο για το αρσενικό.
Ο δεύτερος τύπος, και για τα δύο γένη, είναι λόγιος.
Για την αστάθεια τύπων της γενικής ενικού του θηλυκού,
σε -ος, σε -α, δείτε τα σχόλια στο Παράρτημα: «επιστήμονας».
Κατηγορία όπως «επιστήμονας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

εθνομάρτυρας < έθνος + μάρτυς /μάρτυρας

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

εθνομάρτυρας αρσενικό ή θηλυκό

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]