ειδησεολογικός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο ειδησεολογικός η ειδησεολογική το ειδησεολογικό
      γενική του ειδησεολογικού της ειδησεολογικής του ειδησεολογικού
    αιτιατική τον ειδησεολογικό την ειδησεολογική το ειδησεολογικό
     κλητική ειδησεολογικέ ειδησεολογική ειδησεολογικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι ειδησεολογικοί οι ειδησεολογικές τα ειδησεολογικά
      γενική των ειδησεολογικών των ειδησεολογικών των ειδησεολογικών
    αιτιατική τους ειδησεολογικούς τις ειδησεολογικές τα ειδησεολογικά
     κλητική ειδησεολογικοί ειδησεολογικές ειδησεολογικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ειδησεολογικός < ειδησεολογία + -ικός

Επίθετο[επεξεργασία]

ειδησεολογικός

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]