ειδογράφημα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ειδογράφημα ουδέτερο
- απεικονιστική καταγραφή ηλεκτρικής δραστηριότητας
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ειδογράφημα
|