εικονογραφικά

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

εικονογραφικά < εικονογραφικός

Επίρρημα[επεξεργασία]

εικονογραφικά

  1. από εικονογραφική άποψη
    ο τύπος εκπροσωπείται με μια εικονογραφικά ελαφρώς διαφοροποιημένη μορφή (από τον δικτυακό τόπο του Μουσείου Μπενάκη)

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]

εικονογραφικά