εικονογραφικώς
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- εικονογραφικώς < (διαχρονικό δάνειο) καθαρεύουσα εἰκονογραφικῶς
Επίρρημα[επεξεργασία]
εικονογραφικώς
Πηγές[επεξεργασία]
- εικονογραφικώς - Αναστασιάδη-Συμεωνίδη, Άννα (2003) Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες)