εκκεντρικότητα
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- εκκεντρικότητα < → δείτε τις λέξεις εκκεντρικός και -ότητα
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]εκκεντρικότητα θηλυκό
- το να είναι κάποιος εκκεντρικός
Συνώνυμα
[επεξεργασία]Συγγενικά
[επεξεργασία]- → δείτε τις λέξεις εκκεντρικός, κεντρικός και κέντρο
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] εκκεντρικότητα