εκκινήσεις
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]
εκκινήσεις
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος εκκινώ
- θα εκκινήσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος εκκινώ
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]
εκκινήσεις θηλυκό
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του εκκίνηση