εκκωφαντικά

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]

εκκωφαντικά < εκκωφαντικός

Επίρρημα

[επεξεργασία]

εκκωφαντικά

  • κατά τρόπο εκκωφαντικό

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος επιθέτου

[επεξεργασία]

εκκωφαντικά