εκστομίζομαι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ek.stoˈmi.zo.me/
τυπογραφικός συλλαβισμός: εκ‐στο‐μί‐ζο‐μαι

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

εκστομίζομαι, π.αόρ.: εκστομίστηκα